- λιβεράλια
- ταπολύ παλαιά ρωμαϊκή εορτή που γιορταζόταν στις 17 Μαρτίου προς τιμή τού Λίμπερ και τής Λίμπερα, κατά την οποία οι νέοι που έφθαναν στην απαιτούμενη ηλικία κατέθεταν τη βούλλα τους και φορούσαν την ανδρική τήβεννο.[ΕΤΥΜΟΛ. < Liber, λατ. ονομ. τού Βάκχου, + κατάλ. -alius, -a, -um].
Dictionary of Greek. 2013.